- Κοκάντ
- (Kokand Quqon). Πόλη (212.800 κάτ. τo 2003) του Ουζμπεκιστάν, στην επαρχία Φεργκανά (7.100 τ. χλμ., 2.805.500 κάτ.). Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα της κοιλάδας Φεργκανά, στον κάτω ρου του ποταμού Σοχ. Η Κ. αποτελεί οδικό κόμβο και συνδέεται με την Τασκένδη μέσω αυτοκινητοδρόμου που κατευθύνεται στην κοιλάδα της Φεργκανά. Η πόλη είναι σημαντικό βιομηχανικό κέντρο με εκκοκκιστήρια βαμβακιού, εργοστάσια παραγωγής λιπασμάτων, χημικών φαρμάκων, κατεργασίας μετάλλων και μηχανών. Από τα αξιοθέατά της, αξιόλογα είναι το Μεντρεσέ Αμίρ, που κατασκευάστηκε στα τέλη του 18ου αι., το ταφικό συγκρότημα των τοπικών ηγεμόνων του 1825 και το ανάκτορο του Χουντουγιάρ χαν του 1871, που διαθέτει πρόσοψη επενδεδυμένη με γυαλιστερές σμαλτωμένες κίτρινες και πράσινες πλάκες. Αξιόλογα είναι τα ξυλόγλυπτα και οι υδατογραφίες της εποχής του χανάτου που στεγάζονται στο ανάκτορο, το οποίο έχει πλέον μετατραπεί σε εθνολογικό μουσείο. Ιστορία. Η Κ. αναφέρεται για πρώτη φορά τον 10o αι., ως πόλη που βρισκόταν στον δρόμο των καραβανιών που μετέβαιναν στην Κίνα από την Ινδία. Στη διάρκεια του 13ου αι. καταστράφηκε από τους Μογγόλους. Το 1732 χτίστηκε η σημερινή πόλη Κ. στη θέση του φρουρίου Εσκί-Κουργκάν, που υπήρξε πρωτεύουσα του χανάτου της Κοκάνδης. Κυριεύθηκε το 1875 από τα ρωσικά στρατεύματα και προσαρτήθηκε στη Ρωσία τον επόμενο χρόνο. Μετά την προσάρτηση εξελίχθηκε σε ένα από μεγαλύτερα εμπορικά κέντρα του Τουρκεστάν (βαμβάκι, μετάξι), με εκκοκκιστήρια βαμβακιού και παραγωγής βαμβακέλαιου. Το 1903 σημειώθηκαν στην πόλη κοινωνικές αναταραχές που συνεχίστηκαν έως το 1918, οπότε εγκαθιδρύθηκε η σοβιετική εξουσία.
Dictionary of Greek. 2013.